Κωνσταντίνος Τσοπάνης
Δρ Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκειών
Συχνά πυκνά, περπατώντας στον δρόμο, θα συναντήσεις κι από κάποιον νέο – ή λιγότερο νέο – να φοράει ένα μπλουζάκι με τη μορφή του Che Guevara. Και λέμε αυτό για να μην μιλήσουμε για καφετέριες, πανεπιστημιακούς χώρους ή και περιοχές του κέντρου όπως τα Εξάρχεια, όπου ο Guevara θα αισθανόταν σα να βρισκόταν σπίτι του. Φανέλες, μπλουζάκια, πουκάμισα, κονκάρδες κι ένα σωρό άλλα είδη, είναι μερικά από τα πολλά αντικείμενα που φέρουν τη μορφή του Guevara. Μια ολόκληρη βιομηχανία δημιουργήθηκε παγκοσμίως, συν τω χρόνω, γύρω από αυτή τη χαρισματική προσωπικότητα. Κι εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος, είναι ο Che Guevara, ένας τόσο αγαπητός ήρωας παγκοσμίως; Είναι στην πραγματικότητα το πρότυπο μιας μεγάλης μερίδας των νέων; Ή πρόκειται απλώς για το αποτέλεσμα μιας ιδιοτροπίας, για μια απλή δημιουργία των μέσων μαζικής ενημέρωσης με σκοπούς εμπορικούς ή ότι ακόμα πρόκειται έστω απλώς για μια μόδα; Στην πραγματικότητα, γύρω από τη διάδοση της φήμης του, υπάρχουν στοιχεία από όλες αυτές τις κατηγορίες. Ακριβώς χάρη σε αυτή του την έντονη δημοφιλία επάνω στις νέες γενιές, προσπαθήσαμε να καταλάβουμε γιατί φαντάζει τόσο σημαντικός στα μάτια αυτών των ανθρώπων κάποιος, που στα μάτια άλλων είναι απλώς ένας ψυχρόαιμος δολοφόνος, ενώ για κάποιους άλλους παραμένει απλώς ένας άγνωστος.
Χωρίς να αξιώνουμε την εξαντλητική εξέταση αυτής της ιστορικής προσωπικότητας και γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι να διακρίνουμε την ιστορική πραγματικότητα ανάμεσα στις τόσες αφηγήσεις για το πρόσωπο του, που κυμαίνονται από την κολακεία μέχρι και την πιο εχθρική αντιμετώπισή του, προτιθέμεθα να σκιαγραφήσουμε, εν συντόμω, τη ζωή και τη δράση αυτής της τόσο αμφιλεγόμενης προσωπικότητας, αφήνοντας σε σας, τους αναγνώστες που δίνετε μορφή στην όψη και την ψυχή του, να αποφασίσετε αν αξίζει της φήμης που χαίρει ή όχι.
Ο Che Guevara γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1928 στο Rosario της Αργεντινής. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ernesto Guevara de la Serna. Το προσωνύμιο “Che” του το έδωσε ο πατέρας του στην παιδική του ηλικία. Στα ισπανικά της Αργεντινής το “Che” είναι μια έκφραση που μεταφραζόμενη θα αντιστοιχούσε με το ελληνικό «ρε!», εκφερόμενο με φιλική διάθεση. Όπως καταλαβαίνει ο καθένας το υιοθέτησε θέλοντας να δείξει ένα εντελώς λαϊκό προφίλ μιας και ο ίδιος δεν καταγόταν από κάποιο «μπάριο» του Μπουένος Άϋρες αλλά από αριστοκρατική συνοικία. Ένας ακόμα λοιπόν μεγαλοαστός, που θέλοντας να νοηματίσει τον βίο του, απεφάσισε «να σώσει τον λαό». Ο Che υπήρξε κι αυτός γόνος, όπως πολλοί επαναστάτες, μιας εύπορης αστικής οικογένειας. Ο ίδιος είχε την ατυχία να προσβληθεί, σε ηλικία μόλις δύο ετών, από ασθματική βρογχίτιδα, μια ασθένεια που θα τον συνόδευε ως και τον θάνατο του αλλά και η οποία θα κινούσε το ενδιαφέρον του για την ιατρική επιστήμη.
Το έτος 1947, κι ενώ η Ευρώπη είχε μόλις αρχίσει να επουλώνει τις πληγές που της άνοιξε ο Β΄ΠΠ, στη μακρινή και ανέγγιχτη από τον πόλεμο Αργεντινή, ο Che ξεκινούσε τις σπουδές του στην Ιατρική, συμμετέχοντας ταυτοχρόνως σε μια προσπάθεια καταπολέμησης της λέπρας. Το ίδιος έτος, ο εύπορος νεαρός φοιτητής άρχισε τα ταξίδια σε όλη τη Λατινική Αμερική με την περίφημη, πλέον, μηχανή του, φτάνοντας μέχρι τη Χιλή, το Περού, την Κολομβία, τη Βενεζουέλα και το Μαϊάμι. Το έτος 1952 τον βρίσκει στη Γουατεμάλα όπου και τελειώνει τις σπουδές του στην Ιατρική. Στην ίδια χώρα, ο Che άρχισε να ξεκαθαρίζει τη θέση του ιδεολογικά, παίρνοντας αντίθετη στάση απέναντι στις ΗΠΑ. Αιτία ήταν οι ενέργειες της ΣΙΑ προκειμένου να ανατραπεί η κυβέρνηση της Γουατεμάλα. Την ανατροπή της κυβέρνησης ακολούθησε η εξουδετέρωση κάθε αντίστασης στη Λατινοαμερικανική χώρα. Ο Che έμεινε στη χώρα και πέρασε το 1954 λαμβάνοντας ενεργό μέρος στην αντίσταση της Γουατεμάλας, ενώ κατόπιν πήγε στο Μεξικό όπου και συνάντησε τον Φιντέλ Κάστρο. Ο Che θα έγραφε αργότερα: «Η πρώτη μας αντιπαράθεση αφορούσε στη Διεθνή Πολιτική, αλλά μέχρι το πρωί ήξερα ότι θα συμμετείχα στις εκστρατείες του Φιντέλ».
Στις 26 Ιουλίου του 1956, ο Φιντέλ Κάστρο δημιούργησε το «Επαναστατικό Κίνημα», στο οποίο ο Γκεβάρα έπαιζε ένα διπλό ρόλο: του γιατρού και του αντάρτη. Πολύ γρήγορα ολόκληρη η οργάνωση του ανταρτοπολέμου πέρασε στα χέρια του Che. Η πρώτη επίθεση εναντίον του καθεστώτος του στρατηγού Μπατίστα ήταν μία παταγώδης αποτυχία αφού από τα 82 άτομα που συμμετείχαν επιβίωσαν μόνο οι δώδεκα. Όμως οι Επαναστάτες ανασυγκροτήθηκαν και σύντομα κατάφεραν να προσελκύσουν στις γραμμές τους περί τα 3000 άτομα. Τότε ο Φιντέλ κάλεσε τον Che να αναλάβει τη διεύθυνση αυτών των ανδρών. «Ήρθα αντιμέτωπος με ένα δίλλημα: να αφιερώσω τη ζωή μου στην Ιατρική ή στο χρέος μου ως Επαναστάτη; Είχα μπροστά μου έναν σάκο γεμάτο με φάρμακα και ένα κιβώτιο με πυρομαχικά. Καθώς και τα δύο μαζί ήταν πολύ βαρειά για τους ώμους μου, πήρα το κιβώτιο κι άφησα τον σάκο.» Αυτή ήταν η στιγμή, κατά την οποία, ο Guevara μετασχηματίσθηκε σε «El Comandante». Ο Che ανέλαβε τη διοίκηση των ανταρτικών σωμάτων και σύντομα έγινε ένας ανηλεής επιτελικός, ικανός να διατάξει μαζικές εκτελέσεις στις γραμμές του εχθρού και σύμφωνα με πολλούς ακόμα και στον άμαχο πληθυσμό ως αντίποινα. Ο Che εισήγαγε στον ανταρτοπόλεμο την τακτική της χρήσεως του μίσους ως όπλου. «Το τυφλό μίσος εναντίον του εχθρού κάνει τον άνθρωπο να ξεπερνά τα φυσικά του όρια, μετασχηματίζοντας τον σε μια βίαια, ψυχρή αποτελεσματική πολεμική μηχανή», συνήθιζε να λέει. Ο Che εισήγαγε και τη θεωρία του ολοκληρωτικού πολέμου σαν μορφή του ανταρτοπολέμου. «Πρέπει να μεταφέρουμε τον πόλεμο εκεί που είναι ο εχθρός: στο σπίτι του, στα μέρη διασκέδασης του, έναν ολοκληρωτικό πόλεμο».
Το έτος 1958 οι ΗΠΑ ενίσχυσαν την κουβανική οικονομία χάρη σε μια συμφωνία με τον στρατηγό Μπατίστα, βάση της οποίας εκείνος έλαβε εκ μέρους των Αμερικανών ένα εκατομμύριο δολλάρια για τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις. Παρόλα ταύτα όμως, οι απέλπιδες προσπάθειες του δεν κατάφεραν να εκμηδενίσουν την επανάσταση. Οι τρεις χιλιάδες αντάρτες του Che κατάφεραν να νικήσουν τον πολύ μεγαλύτερο σε έμψυχο και άψυχο υλικό στρατό του στρατηγού Μπατίστα, ο οποίος και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Στις 2 Ιανουαρίου του 1959 ο Guevara εισήλθε στην Αβάνα και εγκατέστησε το δικτατορικό καθεστώς του Φιντέλ Κάστρο. Ο Φιντέλ αμέσως καθιέρωσε το δίκαιο της ιθαγενείας κηρύσσοντας ότι: «Είναι Κουβανοί όλοι οι μη αυτόχθονες, οι οποίοι πολέμησαν εναντίον της τυραννίας, που κατατροπώθηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 1958, για ένα διάστημα δύο ετών, στις γραμμές του Επαναστατικού Στρατού κι έλαβαν το αξίωμα του διοικητή». Προφανώς επρόκειτο για «φωτογραφικό νόμο» που αφορούσε αποκλειστικώς τον Che, αφού ήταν ο μόνος που πληρούσε τους όρους που έθετε ο συγκεκριμένος νόμος.
Μετά την εγκατάσταση του καθεστώτος του Κάστρο, οι επαναστάτες ξεκίνησαν διώξεις εναντίον των υποστηρικτών του Μπατίστα. Ο Guevara, με την ιδιότητα του ως διοικητή του επαναστατικού δικαστηρίου επικύρωσε την εκτέλεση 500 ατόμων, πολιτών και στρατιωτικών. Στις 7 Οκτωβρίου του 1959, ο Che τοποθετήθηκε επικεφαλής του Εθνικού Ινστιτούτου Γεωργίας. Από αυτή τη θέση κατάσχεσε τα κτήματα που ανήκαν σε Αμερικανούς και εγκαινίασε τη «γεωργική μεταρρύθμιση» στρέφοντας τη γεωργία αποκλειστικά στην καλλιέργεια και την παραγωγή ζαχαρότευτλων και καπνού. Ο Guevara απαγόρευσε οποιουδήποτε άλλου είδους καλλιέργεια, ακόμα και σε είδη των οποίων την παραγωγή οι Κουβανοί είχαν πειραματισθεί με επιτυχία στο παρελθόν και το οποία τους είχαν αποδώσει καλές σοδειές και ικανοποιητικά κέρδη. Συνεπώς, αυτή η μεταρρύθμιση απέδειξε την έλλειψη οποιασδήποτε γεωργικής και οικονομικής πολιτικής του Guevara, αφού με εκείνον τον τρόπο κατάφερε να συνδέσει την οικονομία της νήσου με εκείνη των ΗΠΑ, χώρας εχθρικής προς την Κούβα, προς την οποία όμως εξήγετο σχεδόν ολόκληρη η παραγωγή ζαχαροκαλάμου και καπνού. Αργότερα θα γινόταν φανερόν τοις πάσι σε ποιο βαθμό η στρατηγική του Guevara κατέστρεψε για πολλά έτη την οικονομία της Κούβας.
Στις 26 Νοεμβρίου ο Αργεντινός επαναστάτης εγκατέλειψε αυτή τη θέση διοριζόμενος πρόεδρος της Εθνικής Τραπέζης της Κούβας. Αλλά συνέχισε όμως, και από τη νέα του θέση να υποστηρίζει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, γεγονός που θα τον έφερνε σε οξεία αντιπαράθεση και σε ρήξη με τα υπόλοιπα μέλη της κυβερνήσεως. Επίσης ήταν εκείνος που υποστήριξε πρώτος την προσέγγιση με τη Σοβιετική Ένωση και τη μετατροπή του καθεστώτος της Αβάνας σε κομμουνιστικό. Εν τω μεταξύ οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας γίνονταν όλο και πιο τεταμένες, λόγω της προαναφερθείσας κλίσης προς τον κομμουνισμό, αφενός, και εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων του Che, οι οποίες κατέστρεψαν τη βιομηχανία και την οικονομία, πλήττοντας έτσι και τα συμφέροντα των ΗΠΑ που ήταν ο κύριος εισαγωγέας κουβανικών προϊόντων. Ωστόσο, οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν ακόμα με ανοχή το καθεστώς της Αβάνας λόγω κυρίως των υποσχέσεων του Φιντέλ για την εγκαθίδρυση Δημοκρατίας μέσω της διενέργειας ελεύθερων εκλογών.
Στις αρχές του έτους 1960 ο Κάστρο υπέγραψε μια συμφωνία με την τότε ΕΣΣΔ, μέσω της οποίας θα ελάμβανε 100.000.000 δολλάρια ως πίστωση για να ανταλλάξει τη ζάχαρη με το πετρέλαιο. Οι ΗΠΑ δεν άργησαν να αντιδράσουν και τον Μάρτιο ανακοίνωσαν τον σταμάτημα ανεφοδιασμού με πετρέλαιο της Κούβας αλλά και την διακοπή εισαγωγής σακχάρεως από τη νήσο. Τον Μάιο του ιδίου έτους, η Κούβα εγκαινίασε διπλωματικές σχέσεις με τους Σοβιετικούς, ενώ οι Αμερικανοί απήντησαν σε αυτή την πρόκληση στις 19 Οκτωβρίου όταν επέβαλλαν εμπάργκο εναντίον της Κούβας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι Σοβιετικοί να μείνουν οι μόνοι υποστηρικτές της Κούβας και η μόνη αγορά προς εξαγωγή κουβανικών προϊόντων. Όλη αυτή η δύσκολη, για την Κούβα, οικονομική κατάσταση προκλήθηκε από την επιμονή με την οποία ο Guevara εννοούσε να επιβάλλει τις ιδέες του με κάθε κόστος. Ο Κάστρο, ο οποίος μέχρι εκείνη τη στιγμή επικροτούσε όλες τις ενέργειες του Che, χωρίς να τις σχολιάζει και να αντιδρά, άρχισε να βλέπει πως οι Σοβιετικοί μπορούσαν να εγκαταλείψουν τη χώρα του οποιαδήποτε στιγμή, όπως εξάλλου και συνέβη. Τον είχε ανησυχήσει ήδη ιδιαιτέρως το γεγονός ότι, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ο Guevara κατάφερε, με τις άσκοπες μεταρρυθμίσεις του και με την διάλυση των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων με τις ΗΠΑ, να καταστρέψει οποιαδήποτε πιθανότητα οικονομικής αναρρώσεως της χώρας. Ακολούθησε η διπλωματική απομόνωση της Κούβας από ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο και η ουσιαστική υποδούλωση της στη μακρινή ΕΣΣΔ. Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής οδήγησε αυτόν τον παράδεισο της Καραϊβικής σε κατάσταση λιμού και απόλυτης ανέχειας η οποία συνεχίζεται σε μεγάλο βαθμό έως και σήμερα όπου η σημαντικότερη «βιομηχανία» της Κούβας είναι η εκπόρνευση νεαρών Κουβανών στην προκυμαία της Αβάνας κι όχι μόνο.
Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ Che Guevara και Φιντέλ Κάστρο άρχισαν να χαλάνε και εξαιτίας του «φωτοστέφανου» του επαναστάτη ήρωα το οποίο δεν εννοούσε να εγκαταλείψει ο πρώτος. Το έτος 1960 ήταν η χρονιά κατά την οποία ο Che έγινε ο μύθος ο οποίος επιβιώνει μέχρι σήμερα. Τον Αύγουστο του 1960, το αμερικανικό περιοδικό «Times» δημοσίευσε την ιστορία της ζωής και της δράσης του Che, ονομάζοντας τον ως «το μυαλό του Κάστρο» και υποδηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι η χώρα διοικείτο από τον «El Comandante». Το ίδιο έτος ο Guevara ολοκλήρωσε τη σύνταξη του περίφημου έργου του «Guerra de guerrillas», το οποίο είναι μέχρι σήμερα το τέλειο εγχειρίδιο του ανταρτοπολέμου. Το 1960 είναι επίσης το έτος κατά το οποίο ο φωτογράφος Alberto Diaz Gutierrez αποθανάτισε το διάσημο πορτρέτο με τίτλο «The Heroic Guerrilla». Ήταν η εικόνα που έκανε τον Che γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο και που διέδωσε τη φήμη του, η οποία διατηρείται και μέχρι σήμερα, ταυτίζοντας τον με το επαναστατικό ιδανικό.
Ο Κάστρο είχε φανερώς ενοχληθεί από την όλο και αυξανόμενη φήμη του συναγωνιστή του, και για να τον απομακρύνει, έστω και προσωρινώς, φέρεται ότι πρότεινε στον Guevara μία περιοδεία στα σοσιαλιστικά κράτη. Ο Che δέχθηκε την υπόδειξη του φίλου του, στον οποίον δεν μπορούσε να χρεώσει κακές προθέσεις. Το ταξίδι όμως δεν διήρκεσε πολύ και ο Che επανήλθε στην Κούβα τον Φεβρουάριο του 1961 αφού επισκέφθηκε, με την ιδιότητα του πρέσβυ της επανάστασης, χώρες όπως η Τσεχοσλοβακία ή η Κίνα.
Επιστρέφοντας στη χώρα διορίσθηκε υπουργός βιομηχανίας αυτή τη φορά, ιδιότητα με την οποία συνέβαλλε στην κατάρρευση του οικονομικού συστήματος της χώρας με τη λάθος χρήση της φορολογίας και τον έλεγχο του συσσωρευμένου ιδιωτικού κεφαλαίου. Τα μέτρα αυτά οδήγησαν σε πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και στην μείωση των εισαγωγών. Στις 26 Ιουλίου του 1961 η Κούβα ανακηρύχθηκε «σοσιαλιστικό κράτος», ενώ τον Οκτώβριο του ιδίου έτους ξέσπασε η πυραυλική κρίση της Κούβας. Η θέση του Che ήταν απροκαλύπτως υπέρ μίας πυρηνικής αναμέτρησης. Καθώς φάνηκε όμως, κάτι τέτοιο δεν το επιθυμούσε καμμία από τις δύο εμπλεκόμενες υπερδυνάμεις κι έτσι αποφεύχθηκε μια, πιθανώς, παγκοσμίων διαστάσεων καταστροφή.
Τα έτη 1962-1963 κύλησαν κάτω από το βάρος των μεταρρυθμίσεων τις οποίες επέβαλλε ο Guevara. Το 1964 ο Che απεφάσισε ότι η επανάσταση θα έπρεπε να επεκταθεί και πέρα από τα σύνορα της Κούβας. Τον φλόγισε το όραμα του Λένιν για «εξαγωγή της Επανάστασης». Τα επόμενα χρόνια θα τα περάσει καθ’ οδόν, από χώρα σε χώρα της Λατινικής Αμερικής, κηρύσσοντας την επανάσταση και επιτιθέμενος μανιωδώς εναντίον του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Μερικές φορές επέστρεψε στην Κούβα, αλλά πάντοτε ο Φιντέλ Κάστρο τον αντιμετώπισε με επιφυλακτικότητα. Τον Απρίλιο του 1965 ο Κάστρο παρακάλεσε τον Che να συντάξει μία επιστολή στην οποία θα επιβεβαίωνε ότι όλες οι ενέργειες για την εξάπλωση και εξαγωγή της επανάστασης δεν ξεκινούσαν από την Κούβα αλλά από αυτόν τον ίδιο κι ότι αποτελούσαν δική του αποκλειστικώς πρωτοβουλία και δράση. Ο Κάστρο είχε βρεθεί «με την πλάτη στον τοίχο», λόγω των ενεργειών του συναγωνιστή του και επιδίωκε με οποιονδήποτε τρόπο να βγει από αυτή τη δύσκολη θέση. Στην πραγματικότητα υπήρξε πάντοτε οπαδός της «real politic».
Ο Che έκανε αυτή τη χάρη στον παλιό του φίλο, μη γνωρίζοντας όμως ότι ο Φιντέλ θα έφτανε στο σημείο να χρησιμοποιούσε αυτή την επιστολή για να του απαγορεύσει την είσοδο στην Κούβα. Η επιστολή απευθύνετο στον Φιντέλ και στον κουβανέζικο λαό και οι δύο άνδρες είχαν συμφωνήσει ότι θα διαβαζόταν μόνο και όταν ο Che θα έδινε την έγκριση του. Τον Οκτώβριο του 1965, ο Κάστρο δημοσίευσε αυτή την επιστολή χωρίς να λάβει τη σχετική έγκριση. Σε αυτή την επιστολή ο παλιός σύντροφος του Κάστρο έγραφε: «Παραιτούμαι από τη θέση μου ως αρχηγός του κουβανικού κόμματος, από το αξίωμα του υπουργού, από τον βαθμό του ταγματάρχη, και από την κουβανική μου υπηκοότητα. Νομικά, τίποτε δε με συνδέει με την Κούβα. Απαλλάσσω την Κούβα από κάθε ευθύνη.» Με αυτόν τον τρόπο επωμίζετο κάθε ευθύνη για την δράση του στη Λατινική Αμερική και «αποενοχοποιούσε», τουλάχιστον τυπικώς, τον Κάστρο.
Η επίσημη ανακοίνωση του κειμένου της επιστολής είχε όμως και άλλες συνέπειες, αφού ανάγκασε τον Guevara να παραμείνει στην εξορία. Ο καλός του φίλος, δικτάτορας Κάστρο, αρνήθηκε κάθε πιθανότητα να τον υπερασπιστεί ή να τον δεχθεί στη χώρα, εάν ήταν ανάγκη. Καθώς η επανάσταση την οποία με φανατισμό κήρυττε, δεν γνώριζε επιτυχία, ο Guevara, σε μια ύστατη προσπάθεια, αποφάσισε το 1967 ότι ο κατάλληλος χώρος για αγώνα ήταν τα εδάφη της Βολιβίας. Επρόκειτο και για το μοιραίο του λάθος στο οποίο τον οδήγησαν λανθασμένες και παραπλανητικές πληροφορίες που είχε λάβει από αυτή τη χώρα και είχε πειστεί ότι εκεί η επανάσταση θα πετύχαινε. Τα γεγονότα που ακολούθησαν όμως δεν τον δικαίωσαν αφού ο πληθυσμός της Βολιβίας δεν ανταποκρίθηκε στην κραυγή του: “Viva la revolucion!” αλλά παρέμεινε απαθής και νομοταγής στις οικίες του. Μετά από μερικούς μήνες αγώνα, ο Che απώλεσε την πλειοψηφία των ανταρτών του, ενώ μέχρι τότε ούτε ένας Βολιβιανός δεν τον είχε ακολουθήσει. Οι λίγοι επιζώντες που του απέμειναν ήταν πεινασμένοι και εξαντλημένοι από την καταδίωξη του στρατού. Για τον Che ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι τα δάση της Βολιβίας θα αποτελούσαν το στερνό του καταφύγιο. Στις 8 Οκτωβρίου του 1965 Βολιβιανοί στρατιώτες εντόπισαν την παρουσία κάποιων ξένων πολεμιστών, τους επιτέθηκαν και τους αιχμαλώτισαν. Αρχικά δεν κατάλαβαν ότι είχαν αιχμαλωτίσει τον «El Comandante». Ο Guevara ήταν εντελώς αλλαγμένος αγνώριστος, βρώμικος, ταλαιπωρημένος και πολύ αδυνατισμένος, τόσο μάλιστα που ζύγιζε περίπου 50 κιλά. Η αποτυχία του Guevara στη Βολιβία δεν οφείλετο σε στρατιωτικά αίτια ή άλλης φύσεως εμπόδια, αλλά απλά και μόνο στο γεγονός ότι εκεί δεν ήταν δημοφιλής. Το αποτυχημένο πείραμα του στη γειτονική Κούβα είχε αποδείξει στους Βολιβιανούς ότι επρόκειτο για έναν μαχητή που ήταν ανίκανος να επιτύχει κάτι καλό σε καιρό ειρήνης.
Στις 9 Οκτωβρίου διετάχθη η φυσική εξόντωση του Guevara και εκτελέσθηκε το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, πυροβολημένος τέσσερις φορές στο στήθος. Σύμφωνα με κάποιους μάρτυρες ο Che φέρεται να είπε όταν πιάστηκε: «Είμαι ο Che Guevara, δεν θα με σκοτώσετε, αξίζω πολύ περισσότερο ζωντανός από ότι νεκρός». Σίγουρα σκέφτηκε τη φιλία με την οποία τον περιέβαλλαν οι Σοβιετικοί, όσο και το πόσο σημαντικός ήταν ο ίδιος για την εξαγωγή του κομμουνισμού στη Λατινική Αμερική αλλά και για την καταστροφή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Ο άνθρωπος Che εκκαθαρίσθηκε, ο μύθος του όμως συνέχισε να γιγαντώνεται όλο και περισσότερο. Ο Φιντέλ είχε κάθε λόγο να νιώθει ικανοποιημένος, ο ανταγωνιστής του, Che, είχε θανατωθεί, κι ο ίδιος μπορούσε να νίπτει τας χείρας του. Αλλά ο Φιντέλ έκανε λάθος, ο θάνατος του Guevara δεν μπόρεσε να σβήσει τον μύθο και την εικόνα του από τη συλλογική μνήμη. Η είδηση του θανάτου του «El Comandante» έκανε τον γύρο του κόσμου. Οι θαυμαστές του αρνήθηκαν να πιστέψουν ότι ο επαναστάτης ηγέτης δεν βρισκόταν πλέον στη ζωή. Δεν μπορούσαν να διανοηθούν πως ο «ανίκητος» Che, σκοτώθηκε από τον αδύνατα εκπαιδευμένο και μη επαρκώς εξοπλισμένο βολιβιανό στρατό.
Οι φωτογραφίες του δολοφονημένου Che έγιναν το σύμβολο του αγώνα εναντίον της αδικίας και της καταπίεσης. Τοποθετημένος πάνω σε ένα ξύλινο τραπέζι, με τα μεγάλα του μάτια ανοιχτά, εξαιρετικά αδύνατος και διαφανής, ο Che εντυπωσιάζει γενιές ολόκληρες. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η συγκεκριμένη φωτογραφία υπέστη μια σειρά από αλλαγές μέσα στον χρόνο, τα μαλλιά του Guevara μάκρυναν, τα μπράτσα του είναι ανοιχτά σα να έχει σταυρωθεί, και τα ρούχα του έχουν κουρελιαστεί. Με τον χρόνο, η εικόνα του έχει τροποποιηθεί κατά τρόπον που να μην διατηρεί σχεδόν κανένα είδος από τα ουσιαστικά του χαρακτηριστικά. Η τελευταία εικόνα του μοιάζει να είναι μια κλασική απομίμηση του πάσχοντος Χριστού.
Σήμερα, σχεδόν όλος ο κόσμος συμπαθεί τον Che Guevara, πολλές φορές χωρίς καν να γνωρίζει ποιος ήταν στην πραγματικότητα, για τι πολέμησε και για τι πέθανε. Γιατί; Διότι ήταν στην πραγματικότητα ένας αποφασισμένος άνθρωπος, που αγωνίσθηκε για τις ιδέες του μέχρι τον θάνατο του. Ήταν ένας αυθεντικός θρυλικός ηγέτης. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας κάνει να λησμονούμε το γεγονός πως ο Guevara ήταν εκείνος που καταδίκασε εις θάνατον εκατοντάδες ανθρώπων, πολλούς εκ των οποίων τους εξόντωσε με τα ίδια του τα χέρια. Ο ίδιος ήταν επίσης που κατασκεύασε στρατόπεδα συγκέντρωσης για ομοφυλοφίλους πολλούς εκ των οποίων εξόντωσε αφού δεν «αναμορφώνονταν». Δεν πρέπει επίσης να ξεχνούμε ότι η επανάσταση, που νίκησε και έγινε καθεστώς, αποδείχθηκε ανίκανη να οικοδομήσει , αλλά με τις μεταρρυθμίσεις της κατέστρεψε γενιές ολόκληρες Κουβανών. Σήμερα ο λιμένας της Αβάνας αποτελεί προορισμό για τον διεθνή σεξουαλικό τουρισμό, ενώ οι αμοιβές των εκδιδομένων Κουβανών αποτελούν το κύριο συναλλαγματικό έσοδο της χώρας τους. Κι αυτό είναι το αποτέλεσμα και της δικής του δράσεως.
Δεν πρέπει να λησμονούμε επίσης, πως μολονότι δεν είχε κομμουνιστικές καταβολές ο ίδιος, έγινε η «ναυαρχίδα» της προώθησης του κομμουνισμού σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Βεβαίως οι χώρες που δεν είχαν την ευτυχία να γνωρίσουν τον «Ερυθρό Παράδεισο», μπορούν να βλέπουν με συμπάθεια ή με ρομαντική επιείκεια την εξάπλωση αυτής της ιδεολογίας από τον Guevara, όπως οι στεριανοί, που δεν έχουν ζήσει ποτέ μία πραγματική θαλάσσια καταιγίδα, κοιτάζουν με ρομαντισμό ζωγραφικούς πίνακες του Αϊβαζόφσκι που απεικονίζουν φουρτούνες. Ως ιστορική προσωπικότητα, ο Guevara πρέπει να εξεταστεί στις πραγματικές του διαστάσεις, αυτές του τέλειου αντάρτη, του ανίκανου πολιτικού και του κομμουνιστή. Με την πάροδο του χρόνου, για όλα μπορεί να υπάρξει συγχώρεση και καταλλαγή. Κι όσο η αριστερή ιστοριογραφία και η ιδεολογική κυριαρχίας της Αριστεράς στον παγκόσμιο Τύπο θα συνεχίσουν να ξομπλιάζουν τον μύθο του, για τις νέες γενιές θα συνεχίσει να εκπροσωπεί μία σταθερή ιδέα: την επανάσταση, ή ακριβέστερα, την αντίσταση απέναντι στο σύστημα, απέναντι σε όλα εκείνα που για τις νέες γενιές είναι προεπιλεγμένα και δεδομένα και τα οποία περιορίζουν τις ατομικές ελευθερίες. Κάποιος όμως θα πρέπει να τις διδάξει ότι η επανάσταση μετά την τρίτη ημέρα ή το πολύ την πρώτη εβδομάδα, γίνεται καθεστώς. Κι ενίοτε καθεστώς χειρότερο και πιο αυταρχικό από εκείνο που ανέτρεψε. Η εβδομηντάχρονη τυραννία που επέβαλλε ο Κομμουνισμός στη Ρωσία το μαρτυρά…..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου